Κατάθεση Γ. Αγγέλου

Το ενδεχόμενο της κατ’ αντιπαράσταση εξέτασης του Γιάννη Αγγέλου και του Πέτρου Δούκα, μελετά η Εξεταστική Επιτροπή για την διερεύνηση του σκανδάλου της Μονής Βατοπεδίου και της λίμνης Βισθωνίδας, καθώς με την κατάθεσή του, ο διευθυντής του πρωθυπουργικού γραφείου του Κώστα Καραμανλή, διαφοροποιήθηκε έντονα από τον πρώην υφυπουργό Οικονομικών. Παράλληλα, ο κ. Αγγέλου, διαβεβαίωσε την Επιτροπή, ότι ο Κ. Καραμανλής δεν είχε ενημερωθεί για την επιστολή του νομάρχη Θεσσαλονίκης Π. Ψωμιάδη για την εξέλιξη της υπόθεσης, καθώς «ο πρωθυπουργός δεν ενημερωνόταν για τις επιστολές». . Ο κ. Αγγέλου απέρριψε στην κατάθεσή του, όσες νύξεις υπήρξαν σε προηγούμενες καταθέσεις, περί ενδεχόμενης στενής επικοινωνίας του με τους μοναχούς του Βατοπεδίου για την υπόθεση της Βισθωνίδας, αναφέροντας πως, ούτε το επίπεδο της οικειότητας που είχε μαζί τους επέτρεπε να του απευθύνονται στον ενικό, ούτε θυμόταν ο ίδιος να είχε δώσει τον αριθμό του κινητού του τηλεφώνου στους γέροντες. Άλλο τόσο, ο κ. Αγγέλου αποποιήθηκε την ιδιότητα του διευθυντή του πρωθυπουργικού γραφείου του Κώστα Καραμανλή, περιοριζόμενος στο ρόλο του «συνεργάτη». Και με την ιδιότητα αυτή, απευθύνθηκε τον Ιούλιο του 2004 στον Πέτρο Δούκα, προκειμένου να τον ενημερώσει για την αποδοχή μιας επιστολής διαμαρτυρίας των φορέων της Ξάνθης κατά της Μονής Βατοπεδίου - μιας επιστολής που, όπως είπε, διάβασε στα πρόχειρα χωρίς να την καταλάβει και που απλώς «διαβίβασε» τηλεφωνικά στον Πέτρο Δούκα. Στο σημείο αυτό, η κατάθεση του κ. Αγγέλου διαφοροποιείται σημαντικά από εκείνη του πρώην υφυπουργού Οικονομικών, ο οποίος είχε αναφέρει πως έλαβε γνώση για την υπόθεση του Βατοπεδίου τον Ιούνιο του 2004 από τον κ. Αγγέλου, ο οποίος μάλιστα του είχε ζητήσει να την εξετάσει «κατά προτεραιότητα». Ο επικεφαλής του πρωθυπουργικού γραφείου, διέψευσε σαφώς την τελευταία αναφορά, ενώ «διόρθωσε» την κατάθεση του κου Δούκα, επιμένοντας πως το τηλεφώνημά του ακολούθησε την αποδοχή από πλευράς του υφυπουργού, των υπουργικών αποφάσεων Δρυ και Φωτιάδη υπέρ της Μονής. «Μην ξεχνάτε ότι έχουν περάσει και έξι χρόνια» είπε κος Αγγέλου. Η ουσιαστική αυτή διαφοροποίηση, που αφαιρεί από το πρωθυπουργικό γραφείο τις όποιες υποψίες ότι ήταν ενήμερο της υπόθεσης και πως μάλιστα συνιστούσε και ταχεία διεκπεραίωσή της, δεν πέρασε βεβαίως απαρατήρητη, με τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκο Τσούκαλη να ζητά κατ’ αντιπαράσταση εξέταση των δύο ανδρών, τον Νίκο Δένδια να αντιδρά για λογαριασμό της Νέας Δημοκρατίας («το μέσο δεν προσφέρει τίποτα, οποιοσδήποτε μπορεί να καταλήξει στα όποια συμπεράσματα») και τον Θ. Πλεύρη (ΛΑΟΣ), να λέει πως «δεν χρειάζεται μια τέτοια διαδικασία, αφού τα συμπεράσματα έχουν εξαχθεί». Το θέμα θα εξεταστεί εκ νέου. Έντονο ενδιαφέρον παρουσίασε ωστόσο για τους βουλευτές της Εξεταστικής και η αντιμετώπιση της επιστολής Ψωμιάδη εκ μέρους του πρωθυπουργικού γραφείου, καθώς ο κ. Αγγέλου ανέφερε ότι το γραφείο δεν θεώρησε απαραίτητο να ενημερώσει τον πρωθυπουργό γι’ αυτήν, ούτε να απαντήσει και στον κ. Ψωμιάδη. «Με βάση τους κανόνες που είχαμε βάλει για την λειτουργία του πρωθυπουργικού γραφείου, δεν οφείλετο να γίνει καμία ενέργεια από πλευράς μας, δεδομένου ότι όλοι οι αρμόδιοι είχαν ενημερωθεί για τη συγκεκριμένη επιστολή, αφού ήταν αποδέκτες» ανέφερε ο κος Αγγέλου, διαβεβαιώνοντας σε κάθε περίπτωση, πως δεν χειρίστηκε ο ίδιος προσωπικά την επιστολή. «Το γραφείο πρωθυπουργού δεν έμπαινε ποτέ στην ουσία των θεμάτων των επιστολών. Δεν είχε τέτοιο ρόλο και τέτοια αρμοδιότητα. Πήγαινε στους καθ’ ύλην αρμόδιους υπουργούς. Και στην περίπτωση αυτή, αποδέκτες της επιστολής του νομάρχη ήταν το μισό υπουργικό συμβούλιο». «Με συγχωρείτε, αλλά στην υπόθεση του κ. Παυλίδη, πήρατε τον κ. Παυλίδη εσείς ο ίδιος, τον ενημερώσατε για μια υπόθεση που ωχριά μπροστά σ’ αυτήν» αντέδρασε ο Ν. Τσούκαλης (ΣΥΡΙΖΑ). «Αυτό είναι άσχετο» απάντησε ο μάρτυς. «Όταν υπάρχει αλληλογραφία σας εξήγησα τι γίνεται».