Είναι πραγματικά πρωτοφανές να μουχλιάζουν επί μήνες τώρα μέσα στα βαθύτερα συρτάρια της Προανακριτικής Επιτροπής οι επίσημες εκτιμήσεις σχετικά με το κόστος της λίμνης Βισθωνίδας. Είναι επίσης αξιοπερίεργο-και πολιτικά ύποπτο- το γεγονός ότι ο κ. Καστανίδης θυμήθηκε ξαφνικά και μάλιστα συμπτωματικά(;) μετά την μεγάλη αποκάλυψη του ΣΚΑΙ- ότι δηλαδή δεν έχει.....
..... ζημιωθεί το δημόσιο από τις ανταλλαγές- να ζητήσει να αναζητηθούν ευθύνες από τον κ. Σανιδά σχετικά με τον χειρισμό από μέρους του της υπόθεσης. Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα πιο σοβαρό. Η Κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή μέσα στον αδικαιολόγητο πανικό της, είχε νομοθετήσει για την επιστροφή όλων των ακινήτων της Μονής τα οποία προήρχοντο από ανταλλαγές. Και είναι απορίας άξιο γιατί άραγε ο κ. Παπακωνσταντίνου μέχρι και σήμερα δεν έχει υπογράψει την σχετική απόφαση; Εμείς καταλαβαίνουμε ότι εάν υπέγραφε θα έπαυε να υφίσταται πλέον η υπόθεση. Η περιβόητη «ομάδα της Θράκη»ς είναι αυτή που «έστησε» την ιστορία και εν πολλοίς κατάφερε μέσα στο πολιτικό περιβάλλον της σκανδαλολογίας που δημιουργήθηκε να πέσει την Κυβέρνηση Καραμανλή. Τώρα όμως τα πράγματα αλλάζουν δραματικά. Έχουμε τέσσερες εκθέσεις-εκτιμήσει για την αξία τόσο της λίμνης όσο και των ανταλλαγέντων ακινήτων. Είναι πασιφανές από τα εν λόγω πορίσματα τα οποία είδαν το φως της δημοσιότητας ότι δεν προκύπτει ζημιά δημόσιο. Και ενώ το ζήτημα άρχισε να ξεκαθαρίζει το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί με διάφορα τρικ να το κρατήσει ζωντανό. Τι κάνει λοιπόν η Επιτροπή; Γιατί δεν παρουσίαζε όλο αυτό το διάστημα τις επίσημες εκτιμήσεις; Γιατί θέλει να προχωρήσει στην παραγγελία νέας έκθεσης; Έχει μήπως κάποια ένσταση με τον τρόπο που χειρίστηκε το ΣΟΕ αλλά και μια διεθνούς φήμης εταιρία το ζήτημα των εκτιμήσεων; Το πιθανότερο πάντως είναι ότι δεν τους βολεύει το πόρισμα και για τον λόγο αυτόν κάποιοι αναποτελεσματικά στάθηκαν στην κατάθεση της κ. Πελέκη. Κατανοητό, αφού πολιτικά το κυβερνών κόμμα έχει επενδύσει πολλά σε αυτή την ιστορία. Αλλά εάν έχουν πολιτική τιμή οι μετέχοντες στην Προανακριτική θα πρέπει να μιλήσουν με απόλυτη ειλικρίνεια στον λαό. Και αν θέλουν να το πράξουν έχουν μόνο δυο και μοναδικές επιλογές: Πρώτα να καταγγείλουν δημόσια το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών αλλά και την Αμερικανική Εταιρία Εκτιμήσεων γιατί τα πορίσματά τους είναι «πειραγμένα» ή δεύτερον να δεχθούν τις εκτιμήσεις και να κλείσουν την υπόθεση. Τα υπόλοιπα είναι καραγκιοζιλίκια. Να δούμε όμως πως παρουσίασε το θέμα η κ. Ιωάννα Μάνδρου στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» της Κυριακής: Για την πολυσυζητημένη υπόθεση του Βατοπεδίου στην οποία επικεντρώνεται τα δύο τελευταία χρόνια η πολιτική αντιπαράθεση, ζημία για το Δημόσιο, προς το παρόν δεν έχει προκύψει. Την ώρα που με καθυστέρηση η προανακριτική επιτροπή της Βουλής διατάσσει πραγματογνωμοσύνη... για να απαντηθεί το ερώτημα ποια είναι η ζημία του Δημοσίου, αποκαλυπτικά είναι τα έγγραφα που υπάρχουν στη σχετική δικογραφία. Σχετικά με το μείζονος σημασίας θέμα της ύπαρξης ζημίας για το Δημόσιο, που αποτελεί βασική προϋπόθεση για την όποια αξιολόγηση των ευθυνών πρώην κυβερνητικών στελεχών για τα οποία η Βουλή διενεργεί πλέον ποινική έρευνα, ήδη υπάρχουν συγκεκριμένες αποτιμήσεις. Από τα έγγραφα –τα οποία παρουσιάζονται στη συνέχεια– δίδονται απαντήσεις στα ερωτήματα που προκαλούν σκληρή πολιτική αντιπαράθεση με αντικείμενο την αποτίμηση της ενδεχόμενης ζημίας του Δημοσίου, ενώ μόλις τώρα η προανακριτική επιτροπή ανέθεσε νέες πραγματογνωμοσύνες σε ανεξάρτητους εξειδικευμένους οίκους. Εως σήμερα κι ενώ η Δικαιοσύνη και αρμόδιες επιτροπές της Βουλής –δύο εξεταστικές και μία προανακριτική– ερευνούν τα πάντα γύρω από το Βατοπέδι και τις «ιερές» ανταλλαγές, έχουν συνταχθεί τρεις, συνολικά, αναλυτικές εκθέσεις με τις οποίες αποτιμάται η αξία των ακινήτων που αντηλλάγησαν. Και τα τρία αυτά πορίσματα, μέχρι σήμερα, δεν έχουν ανατραπεί από νεότερη πραγματογνωμοσύνη και ανήκουν στα βασικά έγγραφα της σχετικής δικογραφίας. Πρόκειται για δύο πολυσέλιδες εκθέσεις που έχουν συνταχθεί από το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών (ΣΟΕ) με την τήρηση, όπως αναφέρεται, «των διεθνών επιστημονικών προτύπων εκτίμησης» και έχουν αποτιμηθεί ένα προς ένα όλα τα ακίνητα του Δημοσίου που αντηλλάγησαν. Οι εκθέσεις αυτές επανελέγχθηκαν από τρίτο ανεξάρτητο εκτιμητικό οίκο, που ανέλαβε την υποχρέωση να κρίνει αν το συμπέρασμα του ΣΟΕ περί μη υπάρξεως ζημίας ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ο οίκος αυτός («Amerikan Appraisal») προχώρησε σε επανεκτίμηση και κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα. Στη συνέχεια, όταν η υπόθεση Βατοπεδίου έλαβε τεράστιες διαστάσεις, το ΣΟΕ διενήργησε δύο εσωτερικούς ελέγχους προκειμένου να διαπιστωθεί η ορθότητα των εκτιμήσεών του και η αντικειμενικότητα στην προσέγγιση του όλου θέματος. Σε αναφορά που συνετάγη από την Ολομέλεια του Σώματος και απεστάλη στη Δικαιοσύνη αναφέρεται επί λέξει πως «ο έλεγχος ολοκληρώθηκε και από τα τελικά συμπεράσματά του προκύπτει η απόλυτη ορθότητα των εκτιμήσεων του ΣΟΕ». Πέραν όμως των τριών πορισμάτων, τα οποία αξιολογούνται από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές και η Επιθεώρηση Δημόσιας Διοίκησης με έγγραφό της προς τη Δικαιοσύνη, σχετικά με το ερώτημα που κλήθηκε να απαντήσει για το αν το Δημόσιο υπέστη ζημία από τις ανταλλαγές, δίνει αρνητική απάντηση και στο πόρισμά της δεν ανατρέπει τα δεδομένα. «Δεν δυνάμεθα», αναφέρει το πόρισμα Ρακιντζή, «να απαντήσουμε αν τελικά το Δημόσιο ζημιώθηκε και κατά ποιο ποσό από τις εν λόγω ανταλλαγές…». Στη συνέχεια υπήρξαν έγγραφα προς το υπουργείο Οικονομικών προκειμένου να διαταχθεί νέα πραγματογνωμοσύνη για το θέμα της ζημίας του Δημοσίου στην υπόθεση του Βατοπεδίου, δίχως έως σήμερα, παρά τις αλλεπάλληλες συζητήσεις στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής και τις πολιτικές αντιπαραθέσεις να έχει προκληθεί νέα επανεκτίμηση που να δίδει άλλη εικόνα για το θέμα. Ενδεικτική της απουσίας νέας πραγματογνωμοσύνης από το υπουργείο Οικονομικών είναι η αποστροφή στην τοποθέτηση του προέδρου της προανακριτικής επιτροπής, του κ. Τσιρώνη, ο οποίος ανέφερε προσφάτως: «Nα αναθέσουμε σε ένα εξωτερικό συνεργάτη αυτή τη διαδικασία γιατί είχαμε πει να την αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών και μας γύρισε πίσω το μπαλάκι...».