ΔΕΝ ΛΟΓΟΚΡΙΝΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΜΕ ΤΗΝ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΟΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΗΝ ΤΡΑΒΗΞΕ Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΑΜΠΡΟΥ
«Βρετανή σύζυγος» κάθεται χαλαρή, στο πρωινό φως της Σχοινούσας, στο προαύλιο κυκλαδίτικου σπιτιού. Εχει μόλις τελειώσει το πρόγευμα, ο ήλιος ριγώνει το πρόσωπο και το σώμα της νέας γυναίκας με τα ξέμπλεκα μαλλιά και το μακό φανελάκι. Είναι καλοκαίρι και είναι Κυκλάδες, συμπύκνωση μακαριότητας και ανάλαφρου υλισμού. Η γυναίκα κοιτάει κατευθείαν τον....... φακό, με ένα υπομειδίαμα, που γράφεται περισσότερο στο βλέμμα, σαν αρχαιοελληνική κόρη. Κάτω από το φανελάκι, δεν φοράει τίποτε, είναι γυμνή. Η φωτογραφία του Παναγιώτη Λάμπρου, υπό τον τίτλο «My British Wife», φιναλίστ στον διαγωνισμό φωτογραφικού πορτρέτου Taylor Wessing στη Μ. Βρετανία, έχει κερδίσει ήδη τη δημοσιότητα και πυροδοτεί, μάλλον γόνιμα, τη συζήτηση για το γυμνό, το άσεμνο, το ερωτικό και το ιδιωτικό στην τέχνη. Η φωτογραφία του Λάμπρου δεν γέρνει με κανένα τρόπο προς την πορνογραφία ή την ηδονοβλεψία. Είναι μάλλον μια κομψή, ανεπιτήδευτη ελεγεία για τη θηλύτητα, μια υπόμνηση για την αυτοπεποίθηση του γυμνού σώματος προ πτώσεως και προ αμαρτήματος, αλλά και υπόμνηση για τον θαυμασμό του άρρενος προς το θήλυ· τέλος, υπόμνηση για τον κλασικό πίνακα του Γκυστάβ Κουρμπέ, «Η καταγωγή του κόσμου» (1866), ο οποίος ευρίσκετο στην κατοχή του μεγάλου ψυχαναλυτή και στοχαστή Ζακ Λακάν (σήμερα, στη συλλογή του Musee d’Orsay). Είναι λοιπόν ηδονοβλεπτική ή άσεμνη η «Βρετανή σύζυγος» του Λάμπρου; Η απάντηση μπορεί να δοθεί μόνο εντός ιστορίας: Οσο είναι ηδονοβλεπτική ή άσεμνη «Η καταγωγή του κόσμου», που εκτίθεται στο Μουσείο του Ορσέ· όσο μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ηδονοβλεψία τον Λακάν, τον άνθρωπο που άλλαξε τον ρουν της ψυχανάλυσης και της σύγχρονης σκέψης. Αλλη είναι η συζήτηση που εγείρεται: Πόσο έχει διαβρωθεί η αντίληψη που έχουμε για το γυμνό, για το φυσικό, το αδιαμεσολάβητο; Πόσο έχει ελαττωθεί η ανοχή μας για τα επιτρεπτά όρια απεικόνισης της τέχνης, εξαιτίας του κύματος πολιτικής ορθοφροσύνης και νεοσυντηρητισμού που σαρώνει τα τελευταία χρόνια τα μίντια, τον ακαδημαϊκό χώρο, την κομφορμιστική «προοδευτική» διανόηση, την φορμαλιστική Αριστερά; Την ελευθεριότητα και τον πανερωτισμό του ’60 – ’70 ακολούθησαν ο φονταμενταλισμός μερίδας του φεμινιστικού κινήματος, τα έμφοβα ’80s του AIDS, που ενοχοποίησε το σεξ και το σώμα, το pοlitical correct της εποχής Κλίντον, θύμα του οποίου έπεσε και ο ίδιος ο Κλίντον. Με λίγα λόγια: φαρισαϊσμός και υποκρισία, τυπολατρία, που διόλου δεν μείωσαν τις διακρίσεις φύλου και φυλής. Αντιθέτως, η μεν τέχνη του ’80 και του ’90 έγινε σκληρή και κυνική, ψυχρή, είδε το σώμα σαν φόρμα, σχεδόν με σαδομαζοχιστική διάθεση. Στα δε χρόνια του ’90 και του 2000 είδαμε παγκοσμίως, παραληρωματικά με την επιβαλλόμενη σεμνοτυφία, να φουντώνει η πορνογραφία και η πορνεία. Η συζήτηση άρα για την «Βρετανή σύζυγο» θα έπρεπε να αφορά το βλέμμα του καλλιτέχνη, δηλαδή του ανθρώπου, για το γυμνό θήλυ· ένα βλέμμα που διατρέχει την ιστορία του πολιτισμού, από την προϊστορική Αφροδίτη του Βίλεντορφ και την κλασική Αφροδίτη της Μήλου, έως τον Τισιανό, τον Ρέμπραντ, τον Κουρμπέ, τον Πικάσο, τον Λούσιαν Φρόιντ, τον Ντ. Χόκνεϊ, τη Μαρλέν Ντιμάς. Kαι τον Παν. Λάμπρου.